Πολυσχιδείς και πολυποίκιλες, οι μουσικές των Βλάχων απεικονίζουν τους διαφορετικούς πολιτισμούς, τις κουλτούρες, τις νοοτροπίες τελικά τους κόσμους των Βλάχων που διαμορφώνονται με μια διαρκή ρευστότητα μέσα από τα καθοριστικά στοιχεία της ορεινότητας και του κτηνοτροφικού βίου, της γεωγραφικής κινητικότητας και του εμπορίου, της μεγάλης διασποράς που μόνο ένας πολιτισμικός χάρτης μπορεί να απεικονίσει.
Οι λαϊκές μουσικές παραδόσεις και εδώ αναφέρομαι σε αυτές που συνδέονται με το δημοτικό τραγούδι, πολύ συχνά προσδιορίστηκαν με βάση τον γεωγραφικό προσδιορισμό (Ήπειρος, Θεσσαλία, Θράκη, Κρήτη κ.λπ.). Συχνά δε ως στατικές δομές χαρακτηρισμένες με πλείστα όσα μουσικά στερεότυπα συνδεδεμένα με το αφήγημα του ιστορικού συνεχούς. Η προσέγγιση αυτή αδυνατούσε εντούτοις να συμπεριλάβει τις εθνοτικές ομάδες που ήταν εντοπισμένες σε χώρους με μεγάλη γεωγραφική διασπορά, είτε λόγω βίαιων μετακινήσεων (πρόσφυγες) είτε λόγω μετακινήσεων που επιτάσσει μια συγκεκριμένη οικονομία (όπως η κτηνοτροφία ή το εμπόριο και μάλιστα αυτό που εκτείνεται σε μεγάλα δίκτυα έξω από τα όρια του έθνους κράτους). Οι ομάδες αυτές αποτέλεσαν τις γκρίζες ζώνες στην αποτύπωση του «μουσικού χάρτη» με βάση διοικητικά ή γεωμορφολογικά χαρακτηριστικά. Είναι σαφές πως οι βλάχοι αποτελούν ίσως το συνταρακτικότερο παράδειγμα.
Ποιες είναι, λοιπόν, οι μουσικές των Βλάχων;
Αυτές που καθορίζουν τις πολιτισμικές τους ενσώματες πρακτικές;
Είναι αμιγώς φωνητικές ή εκφράζονται πλέον αποκλειστικά μέσω των μουσικών οργάνων (με όποιου τύπου κομπανίες);
Είναι παντού ίδιες;
Και ποιοι παράγοντες τις διαμορφώνουν και τις καθορίζουν;
Υπάρχουν βλάχικα μουσικά χαρακτηριστικά και ποια είναι αυτά, αν δεν περιοριστούμε μόνο στο γλωσσικό στοιχείο; Φυσικά το γλωσσικό στοιχείο καθορίζει εν πολλοίς και το τελικό ηχητικό αποτέλεσμα όμως είναι γνωστό πως στην πλειονότητα των μουσικών των Βλάχων το βλαχόφωνο στοιχείο δεν υπερισχύει τελικά, παραμένει κυρίαρχο μόνο στις αμιγώς φωνητικές μουσικές εκφράσεις, στα τραγούδια που λέγονται αποκλειστικά με το στόμα. Για παράδειγμα στα τραγούδια του γάμου, στα κυρατζίδικα αλλά και στα πολυφωνικά των ρεμένων.
Είναι τελικά τα χαρακτηριστικά αυτά εύκολα αναγνωρίσιμα και διακριτά αν αναλογιστεί κανείς πως διαμορφώνονται εντός διαρκών διαδικασιών μετασχηματισμών που συντελέστηκαν και συντελούνται στη συνομιλία με τα μουσικά στοιχεία των τόπων περιοδικής ή μόνιμης εγκατάστασης;
Ένα από τα βασικά χαρακτηριστικά των κόσμων των Βλάχων είναι άλλωστε η ιδιαίτερη αφομοιωτική ικανότητα που έπαιξε και παίζει καθοριστικό ρόλο στην οικειοποίηση άλλων μουσικών ιδιωμάτων αλλά και στον ποιητικό μετασχηματισμό τους. Τα παραδείγματα είναι πολλά.
Ένα κρίσιμο ζήτημα που προκύπτει αφορά ασφαλώς στις ηχητικές πηγές αφού μόνο αυτές μπορούν να μας δώσουν απαντήσεις στα ερωτήματα που διατυπώσαμε παραπάνω. Οι έντυπες συλλογές είτε αποκλειστικά με στίχους τραγουδιών, είτε με μουσική καταγραφή αδυνατούν να μας δώσουν μια σαφή εικόνα των μουσικών εκφράσεων.
Είναι λοιπόν επιτακτική η ανάγκη συγκέντρωσης όλου του υπάρχοντος υλικού ηχογραφημάτων που υλοποιήθηκαν από ερευνητές, την εμπορική δισκογραφία, ακόμη και από ερασιτέχνες συλλέκτες οι οποίες με τη χρήση φορητών κασετοφώνων αποτύπωσαν συγκλονιστικά ατομικά και συλλογικά ηχητικά ίχνη του παρελθόντος.
Είναι αναγκαίο να σχηματιστεί ένα αποθετήριο με τις μουσικές των Βλάχων, ένα ηχητικό εικονικό μουσείο που θα μπορεί να αποτυπώσει τις πολυσχιδείς και πολυποίκιλες αυτές μουσικές εκφράσεις μέσα σε ένα μεγάλο εύρος χρονικής διάρκειας αλλά και μέσα στον διευρυμένο χώρο που καθορίζουν οι μετακινήσεις και η διασπορά.
Και ο ρόλος του Ψηφιακού αποθετηρίου της Μουσικής των Βλάχων που υλοποιεί ο Σύλλογος Βλάχων Βέροιας είναι καθοριστικός. Όχι μόνο για το σήμερα, αλλά κυρίως για το μέλλον, για τις γενιές που ελλείψει βιωματικών εμπειριών, το Αποθετήριο θα συνιστά τόπο ιστορικής και πολιτισμικής συνείδησης.
Γιώργος Κοκκώνης
Μουσικολόγος, αναπληρωτής καθηγητής στο Τμήμα Μουσικών Σπουδών του Πανεπιστημίου Ιωαννίνων